Ο πατέρας μου ήταν μουσικός, τραγουδιστής, συνθέτης. Ο παππούς και οι θείοι μου, το ίδιο. Το όνομά μας είναι Νταράλας. Υπάρχει μια παραφιλολογία για την αλλαγή του που είναι χωρίς ουσία, γιατί ούτως ή άλλως και τον πατέρα μου Νταλάρα τον φώναζαν και πριν βγω εγώ στη δουλειά... Έφυγε πολύ νωρίς όμως, όταν εγώ ήμουν 2 και ο αδελφός μου 4, και μεγάλωσα με τη μητέρα μου.
Η χαρά να ζεις με τη μουσική είναι μεγάλο πράγμα. Κι εγώ που δεν κατάφερα να κάνω κι άλλα πράγματα, γιατί μπήκα πολύ μικρός, ό,τι έμαθα το έμαθα μέσα από τη μουσική.
Αν βαρέθηκα; Τραγουδάω από 15 χρόνων, από το '65. 35 χρόνια. Στο στούντιο δε βαριέμαι καθόλου. Μακάρι να μπορούσα να δουλεύω έτσι μόνο. Και οι συναυλίες μου αρέσουν, αλλά είναι λίγο δύσκολες και είναι πολλά τα χρόνια...
Ζούμε σε δύσκολη εποχή. Και ειδικά τα τελευταία χρόνια, οι όλο και πιο γρήγορες ταχύτητες μας υποχρεώνουν να σκεφτόμαστε εντελώς διαφορετικά. Αυτό θα δούμε τελικά πού θα μας στείλει.
Έχω πάρα πολλούς φίλους από την Πόλη, και 'Έλληνες και Τούρκους, και από τη Σμύρνη γνωρίζω αρκετούς οργανοποιούς. Μου φαίνεται καλή η κατάσταση, απλώς στενοχωριέμαι για δυο-τρία πράγματα. 'Όπως η γραφικότητα που πολλές φορές σκεπάζει απλοϊκότατες πράξεις που χάνουν τη σοβαρότητά τους. Το "χαρίζω τα όργανά μου στο γείτονα" μου φαίνεται λίγο περίεργο. 'Όπως και οι βιαστικές κινήσεις, όταν δεν έχουν προκύψει αιτίες τόσο μεγάλης αποδοχής... Πρέπει να δούμε και κινήσεις καλής θέλησης στο θέμα της Κύπρου.
Τα προβλήματα δε λύνονται από μόνα τους. Ως παράγοντα λύσης υπολογίζω και τη διεθνή κοινωνία. Το πρόβλημα της Κύπρου δεν είναι μόνο δικό μας. Τώρα, αν υπάρχουν κάποιοι οι οποίοι κερδίζουν και απ' αυτά τα δυο, και από τη λύση του προβλήματος και από τη μη λύση του, τότε πάλι υπεύθυνοι είναι αυτοί που ελέγχουν ή καθοδηγούν τις κινήσεις. Δεν μπορώ να βρω ποιος μπορεί να έχει συμφέρον εκτός από τους ανθρώπους που επενδύουν στην Κύπρο. Είναι ένα τεράστιο ηθικό θέμα.
Αν μου πεις ότι η εισβολή στη Γιουγκοσλαβία έγινε για να επεκταθούν τα όρια και να επισπευσθούν οι όροι της παγκοσμιοποίησης, δε θα σε πιστέψω. Κάποιο λάθος πρέπει να έγινε. Κανείς δε βλέπει αυτό που γίνεται σήμερα σε τέσσερις χώρες της Αφρικής ή αυτό που γίνεται στην Ασία. Η απάθεια και η αδιαφορία που δείχνει η παγκόσμια κοινωνία είναι παροιμιώδης, έστω και αν δίνει ένα δολάριο για να υιοθετήσει ένα παιδάκι στην Αγκόλα και να του πάρει τέσσερα τετράδια ή δυο εμβόλια.
Σκέφτομαι καμιά φορά ότι αυτή η κουβέντα πάει και χαμένη, διότι τώρα άλλα πράγματα αφορούν στην καθημερινότητά μας. 'Όλοι το αντιμετωπίζουν σαν ένα κομματάκι στις ειδήσεις κάποιου καναλιού. Πώς να μιλήσεις για την Κύπρο σήμερα όταν είναι αγκαλιά 'Έλληνες και Τούρκοι και δίνουν φιλάκια ο ένας στον άλλον και τα τουρκικά αεροπλάνα προσγειώνονται και βγαίνουν αφίσες με τα προϊόντα που ανταλλάσσονται; Φανταστείτε τώρα πώς θα βλέπει ένας άνθρωπος που έχει υποστεί εισβολή και του έχουν κάψει το χωριό του και του έχουν σκοτώσει τα παιδιά του και ψάχνει ακόμα για αγνοούμενους. Φανταστείτε τώρα αυτές τις δυο ταχύτητες! Πολλά δεν έχουν απαντηθεί.
Μήπως έχει απαντηθεί το τι θα γίνει με τα παιδιά που πεθαίνουν από ναρκωτικά κάθε μέρα γύρω μας; Και μη μου πεις ότι δεν είναι γνωστό πώς μεταφέρονται τα ναρκωτικά, ποιοι είναι οι βαρόνοι και ποιοι κρύβονται από πίσω. Η ελληνική πολιτεία δείχνει να αγνοεί το γεγονός τόσο κραυγαλέα, που εύκολα θα έλεγε κανείς ότι μπορεί να είναι και συνεργός. Πολλές φορές καλούμαστε εμείς οι καλλιτέχνες να συνυπάρξουμε σε συναυλίες και σε εκδηλώσεις διαμαρτυρίας για την προστασία του περιβάλλοντος και μέσα σε λίγους μήνες οι ίδιοι άνθρωποι, που πρωτοστατούσαν σε αυτές τις εκδηλώσεις τότε, από θέσεις ισχύος τώρα καταπατούν απροκάλυπτα όλα αυτά για τα οποία φώναζαν. 'Έχω στο μυαλό μου διάφορες εικόνες. Και μου λες αν με εξοργίζει; Εσένα δε σε εξοργίζουν αυτά τα πράγματα; Δε σε εξοργίζει το γεγονός ότι βγαίνεις έξω στο δρόμο και, αν κάνεις μια απόσταση πέντε χιλιομέτρων, θα έρθουν τουλάχιστον γύρω στους εκατό ζητιάνοι στο τζάμι του αυτοκινήτου σου;
Δεν μπορώ να ζήσω με διαφορετικό τρόπο. Δε με ενδιαφέρει να γίνω σύγχρονος και να αποκτήσω τα πρώτα μου 10.000.000 και να τα παίξω κορόνα γράμματα στο Χρηματιστήριο και να τα κάνω 20.000.000, να βάλω καβάτζα τα 10.000.000 και με τα άλλα 10.000.000 που απόκτησα να παίξω ρίσκο και να ξέρω ότι θα μπω μέσα σε βρόμικο παιχνίδι. Και κάποιου ανθρώπου μεθαύριο θα του πάρω και τα άλλα 30.000.000 που έχει, να αυτοκτονήσει αυτός και εγώ να γίνω μάγκας γιατί θα πάρω μια Μαζεράτι και θα μπω με την κωλοεταιρίτσα που έκανα, την τρύπια από όλες τις μπάντες, μέσα και θα πουλήσω μούρη για τα limit up μου. Και στο τέλος θα μπω στο Χρηματιστήριο με 500.000.000, υποτίθεται, κεφάλαιο και θα γίνουν 5 δισ.
Αυτά τα πράγματα είναι τραγικά. Κάθε μέρα άνθρωποι θα πεθαίνουν γύρω μας, χτυπώντας το καμπανάκι, και εμείς θα είμαστε με το δροσερό φραπέ μας στο χέρι και με την παγωμένη PEPSI-COLA. Αυτά για μένα είναι απαράδεκτα.
Μετά από τόσα χρόνια διαδρομής έχω την πολυτέλεια να επιλέξω τον τρόπο με τον οποίο θα γελάσω, θα στενοχωρηθώ ή θα σιχτιρίσω τον οποιονδήποτε με ενοχλεί γύρω μου. Η εποχή μας διακρίνεται από μεγάλη απάθεια για τα κοινά και μεγάλη προσπάθεια για τα προσωπικά. Είμαστε τρελοί με την πάρτη μας, πεθαίνουμε να "ξηγηθούμε" -όπως λέμε- ανάλογα με το τι μας γουστάρει, τι μας βολεύει και είμαστε πολύ μακρινοί και σιωπηλοί για τα πράγματα που ξέρουμε ότι θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά με τη δική μας τη συμμετοχή.
Τείνω να πιστέψω ότι ο κόσμος θα πάει καλύτερα. Δε μ' αρέσει η καταστροφολογία. Παρότι περιγράφω μερικές φορές τα γκρίζα σημεία της επαφής μου με τα γεγονότα, στην ουσία μέσα μου αυτό που με φοβίζει πιο πολύ είναι να μην μείνω πίσω στα κεκτημένα και δεν παρακολουθήσω τα γεγονότα, γιατί είμαι άνθρωπος του μέλλοντος. Δηλαδή πολύ θα μ' ενδιέφερε να πατήσω ένα κουμπί, ας πούμε, τώρα και να βρεθώ 150 χρόνια μετά. Πάρα πολύ θα μ' ενδιέφερε.
Η ζωή μου από εδώ και πέρα είναι η ζωή ενός ανθρώπου της ηλικίας μου, δεν μπορώ να κάνω χαζά πράγματα. Συμφιλιώνομαι με τη ζωή μου, με το σώμα μου, με το ύφος μου, με τις αντοχές μου, με τις ταχύτητες που παλιότερα είχα... Αυτά τα πράγματα θα πέσουν σιγά-σιγά, θα αλλάξουν. Αλλά χαίρομαι από την άλλη, όπως χαιρόμουνα από μικρό παιδί, που έφτασα στο 2000 και καμαρώνω. Διότι από μικρό παιδί έλεγα "Θα φτάσω ή δε θα φτάσω". Δε μέτραγε για μένα ο χρόνος. Δηλαδή 20 χρόνων αισθανόμουνα 45, και 20 χρόνων τα εισοδήματά μου ήταν ανθρώπου 45 χρόνων. 20 χρόνων είχα τις επευφημίες των ανθρώπων της δουλειάς μου σαν να ήμουνα 50, καταλαβαίνεις τι λέω, ήμουνα ολόκληρος. Κάποια στιγμή πάτησα το γκάζι και πήγα εκεί που έπρεπε να πάω. Θα οδηγούσα πια συντηρητικά τα αμάξι σήμερα.
Πολλές φορές αμφιβάλλω για τον εαυτό μου. Είναι ένα βασανιστικό και επίμονο κριτικό μάτι για τον ίδιο μου τον εαυτό και γι' αυτά που αντιλαμβάνεται ως ύπαρξη και ως ζωή.
Το πιο σωστό λάθος που έκανα; 'Έκλεισα μικρός τον κόσμο απ' έξω. Έσκυψα επάνω σε ένα πράγμα το οποίο με απορρόφησε, αυτό είναι το μεγάλο μου λάθος. Αυτό ήταν τα πιο σωστό πράγμα που έκανα. Νομίζω ότι τελικά εγκλωβίζομαι μέσα σ' αυτή την ατέρμονη διαδικασία που στην αρχή της είναι λάθος και στο τέλος είναι σωστή.
Την κλότσησα μερικές φορές την καρδάρα. Το έκανα, και μάλιστα πολύ νωρίς. 'Ένα παιδί 23 χρόνων, που έφυγε από τα νυχτερινά κέντρα ή που στον πρώτο χρόνο της εμφάνισής του τα βάζει με την εταιρεία δίσκων για λόγους ηθικής, προφανώς κλοτσάει την καρδάρα. Βέβαια, το ευχαριστήθηκα γιατί νομίζω ότι έκανα κάτι που έπρεπε να το κάνω, ήθελα να το κάνω και ένα πράγμα καλό για μένα είναι ότι τουλάχιστον δεν τους άφησα να με εκμεταλλευτούν ποτέ όσο ήθελαν.
Η φήμη, ενώ ήταν ένα εργαλείο για τη δουλειά μου, ήταν μια αρρώστια για τη ζωή μου. Έχω την αίσθηση ότι όλοι γύρω μας με νύχια και με δόντια διεκδικούν ένα κομμάτι φήμης. Και αυτό στην Ελλάδα έχει πια τη μορφή της υστερίας, ειδικά τα τελευταία 6-8 χρόνια. Μπορεί ένας άνθρωπος να είναι γνωστός γιατί κατέβασε τα βρακιά του στο Σύνταγμα και ένας άλλος γιατί λέει ωραίες ειδήσεις. 'Ένας τρίτος γιατί πούλησε τυχαία έναν πλαστό πίνακα 5.000.000 σε ένα κορόιδο. Και γίνεται διάσημος όχι μόνο αυτός που τον πούλησε αλλά και το κορόιδο που τον αγόρασε. Και λέει "εγώ είμαι το μεγαλύτερο κορόιδο της πιάτσας" και θα αρχίσει να το διεκδικεί αυτό, θα ζητήσει το βραβείο του μεγαλύτερου μαλάκα της υπόθεσης.
Δεν προσεύχομαι. Ειλικρινά τα έχω σκεφτεί: Ο Θεός μπορεί να είναι μια ανθρώπινη επινόηση. Νομίζω ότι και η ίδια η Εκκλησία σήμερα μας οδηγεί σ' αυτή τη σκέψη. Πού περίμενες εσύ από Πατριάρχη να πει "σας πάω όπως είστε"; Εμένα μου θυμίζει το "έλα, μάνα μου, όπως είσαι" του Τσιτσάνη. Το "σας πάω όπως είστε" είναι φράση πολύ προχωρημένη, δηλαδή σκληρός λόγος. Αλλά αυτός ο σκληρός λόγος της σημερινής εποχής πρέπει να είναι εξίσου χρήσιμος και για εκείνους που απεγνωσμένα προσπαθούν να ζήσουν και δεν έχουν ούτε τα βασικά. Τα "αποδέχομαι" και "πιστεύω" είναι εξαιρετικά εργαλεία, φτάνει η χρήση τους να μην είναι υποκριτική.
Στην τακτική του Χριστόδουλου δε βλέπει μελλοντική ουσία. Δε φτάνει μόνο ο ρητορικός λόγος ενός ιερωμένου. Τον θεωρώ απαραίτητο προσόν για τη δουλειά του, αλλά δε φτάνει αυτό. Τα λόγια είναι καλά, και καλαμπούρι έχουν, αλλά η Εκκλησία έχει πολύ δρόμο μπροστά της.
Καλός είναι ο Σημίτης. Κατ' αρχήν η μέθοδός του, η ηρεμία του, τα όχι πολλά ψέματα. Δεν είχε λόγο εντυπωσιακό, αστραφτερό. 'Ήταν ένας λόγος που έκρυβε πίσω μια αγωνία για τα πράγματα και μια αλήθεια, και αυτό το εισέπραξε ο κόσμος γιατί μέχρι τώρα είχε γαϊτανάκια.
Εγώ είμαι ψηφοφόρος της Αριστεράς. Παραμένω. Και είναι πολύ αργά για να αλλάξω, γιατί για μένα η Αριστερά είναι μια μορφή αντίδρασης. Πιστεύω στην Αριστερά. Είναι μια δύναμη ουσίας και μια διαχρονική συμπεριφορά ανθρώπων που θέλουν να νιώθουν ότι δεν θα αποδεχτούν τη μοίρα του μικρού γραναζιού της μεγάλης μηχανής. Η Αριστερά αυτή τη στιγμή είναι λίγο ζαλισμένη από τις αναθυμιάσεις των τοξικών αναπνοών του "θηρίου" του καπιταλισμού.
Υπήρξαν στιγμές που ευχαριστήθηκα πολύ. Δεν την έκανα όμως και λαχείο με την πάρτη μου. Έκανα μερικούς δίσκους που λέω "α, καλά το κατάφερα αυτό", αλλά πάντα βλέπω ότι κάποιος άλλος θα κάνει κάτι καλύτερο από εμένα. Όταν έφυγα από τα κέντρα και πήγα στην Πλάκα, το απόλαυσα πολύ. Όταν έκανα τα ρεμπέτικα τραγούδια, το χάρηκα. Όταν αργότερα άρχισα να ταξιδεύω στον κόσμο και να κάνω συναυλίες σε μέρη που ήταν χαμένοι οι 'Έλληνες, όπως στην Τιφλίδα, στη Γεωργία, στην Οδησσό, αισθανόμουν υπέροχα.
Δεν έκανα ποτέ τίποτα που να μην αφορά και στον εαυτό μου... Από το 1974, τη μεταπολίτευση, μέχρι το 1979, πρέπει να τραγούδησα σε περισσότερες από 700 συναυλίες, σε χώρους δουλειάς, κοινωνικές, πολιτικές συναυλίες, και το έκανα αυτό γιατί ήθελα και έπρεπε να το κάνω. Αυτό το αίσθημα του "έπρεπε να κάνω κάτι" δεν μπορούν να το καταλάβουν σήμερα. Διαμόρφωσε τη ζωή μου εκείνη η συμμετοχή, όπως διαμόρφωσε και η συμμετοχή μου τα τεκταινόμενα εκείνης της εποχής.
Έχω μια κόρη, τη Γεωργιάννα. Θα ήθελα να είχα και άλλα παιδιά. Τρία θα ήθελα. Στα τρία θα σταματούσα. Νομίζω ότι προσπαθείς να μάθεις το παιδί, αλλά το παιδί δε μαθαίνει με λόγια, τα παιδί μαθαίνει με τα μάτια του. Μαθαίνει βλέποντας. Εγώ της λέω κάποια πράγματα. Έχω ξεχάσει πώς είναι να είσαι παιδί και δεν ξέρω εάν πετυχαίνω με το λόγο μου να μιλήσω παιδικά. Θυμάμαι ότι πολλά πράγματα που εγώ έμαθα τότε τα ανακάλυψα πολύ αργότερα. Αλλά δεν μπορώ όμως να μάθω στην κόρη μου αυτά που έμαθα εγώ, γιατί οι συνθήκες της ζωής της είναι διαφορετικές... Θα πάει πρώτη Γυμνασίου το Σεπτέμβρη. Φοβάμαι ότι πολλά πράγματα που έχω σαν εικόνες και σαν θεωρίες δεν μπορούν να βρουν εφαρμογή στην κόρη μου. Αν προσπαθήσω να φέρω το 1960 σήμερα, προφανώς θα είναι σαν να γράφω κάποιο μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας. Όπως δε θα μπορούσε ποτέ ένα παιδί της ηλικίας μου, το '60-'62, να πει ότι το παιδί του σήμερα θα μάθαινε γαλλικά, αγγλικά, θα δούλευε με το κομπιούτερ και θα έγραφε τα μαθήματά του μ' αυτόν τον τρόπο.
Την Άννα τη γνώρισα '79. Έζησα με ανθρώπους της νύχτας και της δουλειάς, αλλά δεν ήμουν ποτέ ευχαριστημένος... Όταν γνώρισα την Άννα, κολακεύτηκα γιατί ήταν "κανονικός" άνθρωπος και δεν είχε σχέση με τίποτα από τα δικά μας. Η ζωή μου ξέφυγε από το μόνιτορ με το οποίο την έβλεπα. Και γι' αυτό και την παντρεύτηκα.
Την πρόταση γάμου; Η Άννα. Είχα ένα τζιπ και γυρίζαμε από κάποιο ταξίδι.
Δεν έγινα πλούσιος. Έβγαλα όμως πάρα πολλά λεφτά από τη δουλειά μου και νομίζω ότι το πιο σωστό πράγμα που έκανα στη ζωή μου είναι ότι δεν απαίτησα από τη δουλειά μου πολλά χρήματα. Έλεγα: "Πόσα λεφτά μπορώ να πάρω;" Μου έλεγαν ότι μπορείς να πάρεις, ας πούμε, εκατό χιλιάδες δραχμές. Απαντούσα: "θα μου δώσετε είκοσι, αλλά αυτές τις είκοσι θα τις παίρνω είκοσι χρόνια", δεν ξέρω εάν με καταλαβαίνεις. Αυτό ξέρεις ποιος μου το έμαθε; Ο Μπιθικώτσης. Τον καιρό που οι άλλοι έπαιρναν είκοσι χιλιάδες, είκοσι πέντε, ο Μπιθικώτσης έπαιρνε επτά και μου το πέρασε, δεν μου το είπε απλά, μου το πέρασε... Δεν τον έχασα ποτέ τον Μπιθικώτση γιατί τον αγαπώ πολύ, τον θεωρώ δάσκαλό μου. Από εκείνον έμαθα να τραγουδάω.
Μισώ τη θρασύτητα και την έπαρση. Και τα βλέπω πολύ. Τα δυο πόδια της μετριότητας. Τα αριστερό είναι η έπαρση και το δεξί το θράσος.
Θα ήθελα να κάνω μερικούς δίσκους που να έχουν κάποιους βαθμούς δυσκολίας. Πώς είναι οι βαθμοί δυσκολίας στην αναρρίχηση, στην κατάδυση; Δίσκους που να αποτελούν συγκριτικό μέτρο στο βαθμό ευκολίας τού σήμερα. Ξαφνικά τα ραδιόφωνα, οι τηλεοράσεις και τα περιοδικά νέου τύπου ρουφάνε από την πιάτσα ό,τι σαπάκι υπάρχει.
Ο κόσμος είναι ήδη αρκετά δηλητηριασμένος. Θα ήθελα έναν κόσμο με περισσότερη αντιβίωση. Κάποιες στιγμές ο κόσμος μας μου θυμίζει αυτά τα κέντρα αδυνατίσματος ή τα ροζ τηλέφωνα που βρίσκουν τους ανέραστους και τους παίρνουν φαλάγγι. Τους παίρνουν τα λεφτά από παντού, και οι μεν και οι δε. Και πιστεύω, ρε γαμώτο, ότι οι Έλληνες κάποτε ήταν πνευματώδης λαός. Πώς υποτάχτηκε σ' αυτή τη λογική;
Ζούμε μια εικονική ζωή, η οποία προτείνεται από 2.000 ανθρώπους και βάζει στο παιχνίδι της φαντασίωσης τα υπόλοιπα 10.000.000 των Ελλήνων. Να πιστεύουν ότι αυτό που βλέπουν είναι πραγματικότητα και να ταυτίζονται. Ταυτίζονται με τον τσαμπουκά του σίριαλ ή με το πόσο γρήγορα η τάδε γκόμενα έγινε διάσημη. Και αυτή η εικονική ζωή δυστυχώς εξαργυρώνεται από την πλειοψηφία ενός κόσμου που παρασύρεται στο "Όπου Φυσάει ο Άνεμος" και άγεται και φέρεται με ανοιχτό τα στόμα και αφήνει να του πάρουν τα ψιλά από την τσέπη. Μα τα ψιλά από την τσέπη αθροιστικά κάνουν ένα εξαιρετικά σεβαστό ποσό και με το σημερινό πολιτικό άλλοθι της ύπαρξης ενός Χρηματιστηρίου που "γεννάει" θύματα, όπως το δικό μας τα τελευταία χρόνια, τα "τέρας" αποκτάει οικονομική επιφάνεια. Και δυστυχώς η οικονομική επιφάνεια σπονσοράρει την κακοήθεια.
Εκατό χρόνια μετά; Εκατό χρόνια πριν έχουμε πράγματα χειροπιαστά. Έχουμε συγγράμματα, έχουμε αντικείμενα, εγώ εδώ στο σπίτι έχω πράγματα που είναι εκατό χρόνων. Αυτό το μαντολίνο που κράταγα πριν είναι φτιαγμένο το 1902... Έχω την αίσθηση ότι ακόμα και το 2100 σε μια συνοικία, στην Κυψέλη ή στο Παγκράτι, θα γεννηθεί ένα κοριτσάκι που θα τραγουδάει σαν την Καίτη Γκρέυ... Φυσικά και δε φαντάζομαι μια φωνή σαν της Καίτης Γκρέυ να μην είχε τραγουδήσει ποτέ. Το θεωρώ ανωμαλία της φύσης να γίνει αυτό το πράγμα.
Θα ήθελα για μένα να πούνε ότι αυτό που ακούς περιγράφει το συναίσθημά μου. Όταν άκουσα στο πιάνο να μου παίζει ο Χριστοδουλίδης το τραγούδι "Αμμόχωστος", έκλαψα. Το συναίσθημα ήταν το κυρίαρχο στοιχείο που με έκανε μετά να θέλω αυτά τα πράγματα να τα πω. Για να αποδείξω σε κάποιους ότι το τραγούδι δεν είναι μόνο η διασκέδαση, ότι είναι και κάτι άλλο πολύ μεγαλύτερο που μπορεί και να σε συγκινήσει.
Υπάρχουν πράγματα που χρειάζεται ο Νταλάρας και του τα απαγορεύει ο Γιώργος. Πολλά πράγματα. Χρειάζεται κύκλο, αυλή, βούρτσα. γλείψιμο, λιβάνισμα. Ο Γιώργος τα σκοτώνει αυτά μόλις τα δει. Ο Νταλάρας χρειάζεται δημοσιότητα πολλή και άλλη. Χρειάζεται πρωταθλητισμό. Χρειάζεται να είναι μέσα σε όλα, να τους μπαίνει στο μάτι, χρειάζεται να είναι παντού και πάντα, να σηκώνεις μια πέτρα και να τον βρίσκεις από κάτω. Αυτά χρειάζεται ο Νταλάρας για να είναι στα πράγματα. Ο άλλος λέει "τι λες, ρε κόπανε;".
Φοβάμαι, ναι. Φοβάμαι κάτι. Αλλά δεν μπορώ να το διορθώσω. Θα ήθελα να το διορθώσω. Ίσως από εδώ και πέρα, ωριμάζοντας, ίσως βρω ευκαιρία να διορθώσω. Αισθάνομαι άσχημα πολύ νιώθοντας ότι ίσως από αμέλεια ή από ολιγωρία ή από κακή εκτίμηση των πραγμάτων στενοχώρησα κάποιους ανθρώπους στη διαδρομή. Θα ήθελα να βρω έναν τρόπο να επανορθώσω. Δεν ξέρω πόσο μπορεί να τους έχω πειράξει, αλλά αισθάνομαι την ανάγκη να απολογηθώ και να πω "το είδα τώρα".
Ξαναδιαβάζω τώρα τις σχέσεις μου, την πορεία, τα ξαναδιαβάζω και λέω "τι είναι αυτό;". Είναι μια ανάγκη να το περιγράψω. Πάνω απ όλα είναι ανάγκη τού να πω ότι ο άνθρωπος με τη διαδρομή του καθορίζει τη στάση της ζωής του και προσδιορίζεται μέσα από αυτή. Ή πολίτης θα είσαι ή κοπρίτης. Και τα δυο δεν γίνεται.
|